Με
τη συναυλία των Nightstalker τη 19η
Νοεμβρίου προ των πυλών, η υποφαινόμενη ήθελε να κάνει μια σχετική ανάρτηση. Από την
άλλη, βέβαια, τα αφιερώματα δίνουν και παίρνουν τελευταία. Για να μην τα
πολυλογώ (πού φτάσαμε!) και μετά από μια σειρά συμπτώσεων, ένα απόγευμα Κυριακής βρέθηκα στο προβάδικο των Nightstalker. Αφού γνωριστήκαμε και
παίξαμε με τα σκυλιά τους, περάσαμε μέσα στο χώρο (όχι ότι πλέον έκανε και
κρύο) και κάτσαμε με μπύρες γύρω από ένα τραπεζάκι. Το μαγνητόφωνο άνοιξε,
τσιγάρα άναψαν, και ξεκινήσαμε.
Η μπάντα στα 4 χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι την
κυκλοφορία του νέου τους δίσκου, “As Above So Below”, ήταν αρκετά δραστήρια. «Τέσσερα χρόνια στο δρόμο»,
αναπολεί ο Αντρέας, «Συναυλίες, γράφαμε παράλληλα κομμάτια, προπαραγωγή,
ηχογράφηση, ξανακυκλοφορήσαμε το “Just A Burn”…». «Τελειώσαν τα λεφτά για τα ναρκωτικά», πετάγεται ο Αργύρης. Ο νέος
δίσκος, που έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από το κοινό, έχει μια 70s αισθητική. «Πήγαμε και το γράψαμε σε αναλογικό στούντιο (σ.σ. στο Matrix), σε μπομπίνα, που έχει ένα πιο
αναλογικό 70s ύφος. Είναι λίγο πιο lo-fi αλλά παράλληλα σου δίνει αυτή την
αίσθηση», εξηγεί ο Αντρέας, ενώ τα τύμπανα, το μπάσο κι η κιθάρα ηχογραφήθηκαν
ζωντανά. Από τις ερωτήσεις δεν θα ξέφευγε, φυσικά, το εξώφυλλο του album.
Παρότι προκάλεσε ποικίλλες αντιδράσεις στο ιντερνέτ, η μπάντα δεν επηρεάζεται·
«η μουσική έχει σημασία, don’t judge a book by its cover”. Φυσικά ανυπομονούν να παίξουν τα νέα κομμάτια -κι αν κρίνουν από τα πρόσφατα live τους, μάλλον το κοινό θα ξέρει και τους στίχους. Οι Nightstalker έχουν το ταλέντο να κάνουν τις συναυλίες τους ένα μεγάλο
παρεϊστικο πάρτυ, όπου όλοι κάποια στιγμή καταλήγουν στη σκηνή και τραγουδάνε.
Αυτό ακριβώς περιμένει η μπάντα να γίνει και στο Gagarin.
Κάπως
έτσι τελειώνουμε με τις τετριμμένες ερωτήσεις (ο Αργύρης με κοιτάει περίεργα
και περιμένει να τελειώσω τη φράση μου). Εάν η μπάντα ήταν σούπερ-κακοί, ποιος
θα ήταν ο καθένας; Έλα που η ερώτηση τους βρίσκει απροετοίμαστους. Ο Αντρέας
σπεύδει να διευκρινίσει ότι οι ίδιοι «δεν είναι τόσο κακοί!» γι’αυτό και
δυσκολεύονται να απαντήσουν. Σούπερ-ήρωες τότε. Εκεί θα τα χαλάσουμε; «Ο Barman»,
λέει ο Αργύρης, και συνεχίζει: «Ξέρεις ποιος σκότωσε τον Spiderman, τον Batman και τον Superman;». Here it comes,
σκέφτομαι. «Ο Πούλμαν!». Τα παιδιά ξεκαρδίζονται ενώ ο ίδιος μού εξηγεί ότι το
μυαλό του πήγε κατευθείαν σε κινηματογραφικούς κακούς. Να και μια πρωτότυπη τροπή, λέω, και τον αφήνω να συνεχίσει. «Στον De Niro στο “Cape Fear”. (Η μπάντα γνέφει
καταφατικά) Ωραίος κακός. Κι ο Nicholson [στη “Λάμψη”]. Κι ο Marlon Brando στο “Apocalypse Now”. Αυτο ειναι κακία. Pure evil. Και το άλλο, το “Sicario”
με τον DelToro, που νομίζω στηρίχθηκε
σε αληθινή ιστορία».
Σίγουρα μέχρι τώρα τα παιδιά έχουν ζήσει πολλά, καλά και κακά.
Έχει υπάρξει, όμως, κάποια στιγμή που να ήταν τόσο καλή ώστε να είπαν «και να
πεθάνω τώρα, δε με νοιάζει»; Ο Αργύρης δηλώνει ότι όχι στην καλύτερη, αλλά στη
χειρότερη σίγουρα το έχει σκεφτεί. Οι καλές στιγμές, βέβαια, είναι πολλές και,
για τον Τόλη, αν όχι όλες οι περισσότερες έχουν να κάνουν με τη μπάντα. Ο
Αργύρης συμφωνεί, κι ο Αντρέας συμπληρώνει ότι «αυτό είναι το όνειρο». «Ναι, αλλά δεν έχεις πει ποτέ ‘να πεθάνω
τώρα’, θέλεις κι άλλο!», αντικρούει ο Ντίνος. Ο Αντρέας το σκέφτεται λίγο: «Εκτός
αν η ερώτηση πάει στο “δεν έχετε ζήσει τέτοια στιγμή...”» συνεχίζει ο
Αργύρης: «“...ώστε να πείτε ‘τώρα να πεθάνω’”». Δεν τους διευκρινίζω, απλά τους αφήνω
να μιλήσουν. «Εγώ, προσωπικά, δεν έχω ζήσει αυτή τη στιγμή αλλά και να τη
ζούσα, μάλλον θα ήθελα να την ξαναζήσω», καταλήγει ο Τόλης. «Και πιστεύω πάντα
θέλεις κάτι παραπάνω. «Αφού έφτασα ως εδώ, να μην πάω και λίγο παραπέρα;»,
συμπληρώνει ο Ντίνος.
Η συζήτηση πάλι ξεφεύγει όμως τα πράγματα ακόμα δεν είναι αρκετά awkward. Ώρα να αλλάξει αυτό. Αν ξυπνάγανε μια
μέρα με το σώμα του αντίθετου φύλου, ποια θα ήταν η πρώτη τους αντίδραση; «Τα
βυζιά!» λένε όλοι ομόφωνα και σκάνε στα γέλια, μέχρι που ο Ντίνος αναρωτιέται:
«κι αν δεν είχες;». «Πακέτο», απαντάει ο Αργύρης. «Και να έχεις και μούσια!». Well, τεχνικά, η ερώτηση αφορά μόνο το σώμα, το κεφάλι παραμένει. Ο Αργύρης απλά
ξεφυσάει, ενώ ο Αντρέας σχολιάζει: «στον καθρέφτη κατευθείαν. ‘Ε τρομάρα σου,
θες και βυζιά!’». Σκάμε πάλι όλοι στα γέλια με τις υποθέσεις που κάνουν, ειδικά
όταν ο Τόλης αναρωτιέται πώς θα το έλεγε στους φίλους του. «Δεν θα το πεις, θα
κάνεις καινούριους», δηλώνει ήπια ο Αργύρης.
Ζουν τη ζωή τους δημιουργώντας μουσική. Η ίδια η ζωή τους έχει
κάποιο soundtrack; Δεν
εκπλήσσομαι όταν ο Αργύρης λέει «οι Nightstalker». Πλέον η μπάντα υπάρχει πάνω από το μισό
της φυσικής του ζωής. Στο ίδιο πνεύμα απαντάει κι ο Αντρέας, καθώς πλέον η ζωή
τους έχει σημαδευτεί από αυτό και την έχουν συνδέσει με τραγούδια, άλμπουμ και
καταστάσεις. On that note,
είμαι περίεργη να μάθω αν υπάρχει κάποιος δίσκος που μπορούν να ακούσουν ως το
τέλος χωρίς να αλλάξουν τραγούδι. «Black Sabbath – Volume 4, Slayer – Seasons In the Abyss… Παλιά, με τα βινύλια και τις κασέτες έτσι άκουγες θέλοντας
και μη. Φαντάζεσαι τώρα να αλλάζεις τραγούδια στο βινύλιο;», αναρωτιέται ο
Αργύρης. Good point.
Δε φτάνει που πρέπει να αλλάζεις μεριά ανά 20’…
Υπάρχει κάποια συμβουλή που θα έδιναν στο δεκάχρονο εαυτό τους;
Παραδόξως(;) όλες οι απαντήσεις γυρνάνε χαριτολογώντας γύρω από το «μην
αλλάξεις τίποτα» και το «ξανακάνε μουσική». Κλείνω, όπως πάντα, με την
αγαπημένη μου μακάβρια ερώτηση. Αν πέθαιναν στα επόμενα λεπτά, τι
μουσική θα έπαιζε στην κηδεία; “We Belong To The Dead”, λέει αβίαστα ο Ντίνος, “Δε Θα Πεθάνουμε Ποτέ Κουφάλα
Νεκροθάφτη”, μουρμουρίζει ο Αργύρης. Για τον Τόλη δεν έχει σημασία αφού δε θα
το ακούει, ενώ ο Αντρέας συγκλίνει με τους προηγούμενους επιλέγοντας με ένα δε-γαμιέται ύφος το “Dead Rock Commandos”. Εκεί έκλεισε και η κουβέντα μας.
Κάπως έτσι πέρασε ένα απόγευμα Κυριακής. Τα παιδιά ήταν πρόθυμα να
με αφήσουν να τραβήξω μερικές φωτογραφίες από την πρόβα τους, μια και δε θα μπορέσω
να παραστώ στη συναυλία, δώσαμε ραντεβού, όμως, για τη χριστουγεννιάτικη
συναυλία-θεσμό στο ΑΝ.
0 σχόλια :
Post a Comment